οροσήμανση

οροσήμανση
η
καθορισμός μιας έκτασης με τη χρήση οροσήμων, τοποθέτηση οροσήμων, οροθέτηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οροσημαίνω. Η λ. μαρτυρείται από το 1789 στα Έγγραφα Ελληνικού Δημοσίου].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • κτηματολόγιο — Δημόσιος κατάλογος που περιλαμβάνει τη γενική καταγραφή, τη μέτρηση και την εκτίμηση των ακινήτων μιας χώρας. Με τον ίδιο όρο δηλώνεται επίσης το σύνολο των ενεργειών με τις οποίες επιτυγχάνεται η αποτύπωση, προκειμένου να γίνει η κατανομή της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”